Παρασκευή 11 Μαΐου 2018

Brain Drain ή Κυριακάτικος καφές στο terminal του αεροδρομίου

Η μετανάστευση στον καιρό της κρίσης είναι κατά βάση μια ιστορία αποτυχίας.
Λίγη σχέση με το official παραμύθι του brain drain που πλασάρεται σαν προβλέψιμη σαπουνόπερα απ’ τη Χριστίνα Βίδου (ακόμα και τα πιο αποκαρδιωτικά συμπτώματα της κρίσης τα μετατρέπουμε σε φτιασιδωμένο μύθο). Οι ιστορίες των λαμπρών επιστημόνων και των πετυχημένων εντερπρενέρς που βγήκαν έξω και γαμήσανε και δείρανε είναι λίγο σαν τα ντόπια επιχειρηματικά δάνεια: Απευθύνονται δε και διευκολύνουν αυτούς που ούτως ή άλλως έχουν τα λεφτά να το τρέξουν κι από μόνοι τους. Αλλά άλλο ήθελα να πω.




Έρχεται κάποια στιγμή, όπου περνάς το σημείο μη επιστροφής και δίνεις μια ιερή υπόσχεση στον εαυτό σου να σηκωθείς να φύγεις, να πάρεις επιτέλους ανάσα έξω από αυτήv τη χώρα. Στιγμές όπως όταν καίγεσαι και δίνεις τα τελευταία σου λεφτά για βενζίνη και εκτύπωση σχεδίων προκειμένου να πας στην πολεοδομία με την ελπίδα ότι θα βγει πια η άδεια και θα πληρωθείς επιτέλους από τον πελάτη, για να διαπιστώσεις τελικά ότι ο υπάλληλος είναι σε άδεια, πράγμα που φυσικά δεν μπορούσες να ξέρεις από πριν (να γλιτώσεις έστω τις βενζίνες) γιατί κανείς δεν μπαίνει στον κόπο στις δημόσιες υπηρεσίες να σηκώσει το τηλέφωνο. Εκείνη η αμήχανη στιγμή που διαπιστώνεις ότι αν δεν έχεις κληρονομήσει ή παντρευτεί λεφτά η ζωή σου μέρα με τη μέρα υπονομεύεται και καταστρέφεται αλλά όχι από τη Μέρκελ ή τους ακραίους συντηρητικούς κύκλους, αλλά από μια πανελλαδική συμμορία υπαλλήλων οι οποίοι «και πολλά κάνουν για τα λεφτά που παίρνουν», ενώ ταυτόχρονα δίνουν τον ωραίο αγώνα ενάντια στη λαίλαπα του μνημονίου, σε αντίθεση με σένα, τον προσκυνημένο φιλελέ.

Στον Αυστραλία ο ωκεανός κρύβει κινδύνους, όταν βουτάς για πρώτη φορά. Αν κάνεις το λάθος και προσπαθήσεις να περάσεις πάνω από το κύμα αυτό θα σε πιάσει και θα σε κοπανήσει κάτω με ορμή και δεν θα ξέρεις προς τα πού είναι ο πυθμένας και προς τα πού η επιφάνεια. Θα πρέπει να κρατήσεις την αναπνοή σου και ν’ αντέξεις μέχρι να ανακτήσεις τον προσανατολισμό σου και τον έλεγχο, αλλά για κάθε ενδεχόμενο υπάρχουν κι οι ναυαγοσώστες για να κάνουν τη δουλειά τους. Και οι ταμπέλες που σε προειδοποιούν είναι εξ αρχής εκεί. Στην Ελλάδα τα προειδοποιητικά σήματα μοιράζονται επιλεκτικά σε λίγους και αν βρεθείς στην ανάγκη του ναυαγοσώστη αυτός έχει φύγει από νωρίς γιατί είχε το παιδί του ραντεβού στον οφθαλμίατρο, ίσως και να τον συμφέρει να πνιγείς για να μην πιάνεις χώρο στην παραλία όταν θα κολυμπά αυτός και η παρέα του.
Δεν πιστεύω πως μπορεί να το αντιληφθεί κανείς, αν δεν το έχει ζήσει σε όλη του την έκταση. Την απόγνωση στην οποία μπορείς να οδηγηθείς όταν έχεις τολμήσει μέσα στην κρίση και στην πορεία ξεμένεις από πόρους για να αντιμετωπίσεις τις δεδομένες δυσκολίες και τα αναπόφευκτα λάθη σου. Κάτι κωλόγεροι που διαβάζουν «Μακελειό» και ψηφίζουν τις κυβερνήσεις των τελευταίων 30 ετών τολμούν να μας κουνούν ακόμα το δάχτυλο για τις δυσκολίες και τις κακουχίες που πέρασαν αυτοί - δεν έχουν ιδέα για τι πράγμα μιλάνε. Η μείωση των συντάξεων και η περικοπή του εφάπαξ δεν είναι τίποτα μπροστά στην ολοκληρωτική στέρηση του δικαιώματος στην εργασία, μπροστά στην αδυναμία σου να κάνεις το παραμικρό ενώ βλέπεις εντέλει να χάνεται ακόμα και η αξιοπρέπειά σου, να αποστερείσαι μέρα με τη μέρα, ολοένα και περισσότερο, τον ίδιο σου τον εαυτό.
Μέσα στο μυαλό μου έχω πλάσει τον ιδανικό εμφύλιο: Κάποτε θα συνταχθεί ένα βιβλίο και θα περιέχει μέσα μόνο ονόματα. Κάθε νέος που έφυγε για το εξωτερικό θα συμπληρώσει απλώς ένα ονοματεπώνυμο. Του κάθε λαμόγιου που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει και τον έκανε να σηκωθεί να φύγει για να μπορέσει να πάρει επιτέλους ξανά μια ανάσα ελπίδας και αξιοπρέπειας. Δημόσιοι Υπάλληλοι, καραγκιόζηδες πολιτικοί, κάθε λογής κομματόσκυλα, κακεντρεχείς γείτονες που στάζουν χολή και φθόνο, ο απόλυτος εχθρός προσωποποιημένος με το ονοματάκι του! Και στην τελευταία σελίδα μια ημερομηνία, της μεγάλης επιστροφής. ΟΛΩΝ! Για να πάρουν πίσω όλα όσα τους στέρησαν τα λαμόγια. Για μια και μοναδική φορά «ή εμείς ή αυτοί».
Εύλογα όλοι με ρωτούν «και τότε γιατί γύρισες, ρε φίλε;». Η σύντομη απάντηση είναι πως στην πραγματικότητα γύρισα απλώς για να ξαναφύγω. Αθήνα - Σίδνεϊ - Αθήνα, τώρα νέος προορισμός το Ριάντ. Και για το μέλλον, βλέπουμε. Η πλήρης αντιστροφή της μέχρι τώρα συνθήκης είναι από τα πιο εμφατικά στοιχεία αυτής της κρίσης - δεν είναι βέβαιο πια το ότι κάποια στιγμή θα ξαναγυρίσεις, το βέβαιο είναι ότι θα σύντομα θα αναγκαστείς να ξαναφύγεις. Ένα συγκεκριμένο πρόσωπο με έφερε πίσω, αλλά και το μικρόβιο μου να συμμετάσχω σε μια κάποια αλλαγή. Από το να τρώω τις Κυριακές μπριζόλα, προτιμώ να βάζω λίγο-λίγο από ένα λιθαράκι για να γίνει ποδηλατόδρομος στην Πατησίων. Αλλά δεν με αφήνουν. Θέλω να προσφέρω, δεν τη θέλουν όμως την προσφορά μου. Θέλω να πληρώσω στο κράτος αυτά που μου έχει χρεώσει σε ασφαλιστικές εισφορές, είχα δεν είχα δουλειά και εισόδημα, πήγα δεν πήγα στον γιατρό, το μόνο που μπορώ όμως είναι να δώσω όσα αντέχω. Δεν τα δέχεται όμως το κράτος κι ας καίγεται για έσοδα, τα θέλει όλα εδώ και τώρα ειδάλλως προτιμά να μου νεκρώσει το ΑΦΜ.
Τη μία και μοναδική φορά που μίλησα δημόσια είχα απευθυνθεί στις γενιές των πατεράδων μας για να πω ότι αν πραγματικά θέλουν κάτι να αλλάξει σε αυτή τη χώρα πρέπει να το δείξουν άμεσα και έμπρακτα, ειδάλλως οι νέοι μπορούμε να έχουμε ένα καλύτερο μέλλον και μπορούμε να το έχουμε ερήμην και μακριά τους. Αρκεί μία φορά να βγει κανείς από τη χώρα για να αντιληφθεί πόσο αλήθεια είναι αυτό και πόσο ο κόσμος συνεχίζει και γυρνάει σε πείσμα των κάθε λογής Ελληναράδων. Το στοίχημα δεν είναι πια το αν θα φύγουν οι νέοι, το στοίχημα είναι αν θα φύγουν ή όχι ρίχνοντας πίσω μαύρη πέτρα, στην ίδια απόχρωση με το μίσος που θα τρέφουν για τη χώρα που τους γέννησε.
Αλλά άλλο ήθελα να πω.
Κατά την αναμονή στο terminal του αεροδρομίου αισθάνεσαι πως βρίσκεσαι σε ένα μη-χώρο, με συγκεκριμένη αισθητική και φορμαλισμό, λες και αποτελεί μέρος ενός ψηφιακού default template. Τα κινητά δεν πιάνουν και, ακόμα και αν πιάνουν, για κάποιο παράξενο λόγο αυτοί που δεν έχουν θέση στους συλλογισμούς σου ποτέ δεν ενοχλούν. Έχεις ήδη αποκολληθεί από τη ρουτίνα του κόσμου, λες και όλο το προσωπικό σου σύμπαν είναι σε προσωρινή παύση, περιμένοντας τη φόρτωση της επόμενης πίστας. Η διαφορά ώρας μεταξύ των προορισμών συντελεί στο όλο χάσιμο και σε συνδυασμό με την απουσία «χώρου» και «θορύβου», λες πως όντως έχει σταματήσει και ο χρόνος. Σαν να είσαι στο μεταίχμιο ανάμεσα σε δύο πίστες του simulation της ζωής σου, από εκείνες τις μοναδικές στιγμές που ο administrato rδεν έχει καμία επιρροή και περιμένει μαζί σου τη συνέχεια. Ανεπηρέαστος από τα πάντα, απολαμβάνεις την πλήρη αρμονία με το μέσα και το είναι σου. Ίσως γι’ αυτό τελικά, κόντρα σε κάθε λογική, με συλλαμβάνω κάθε φορά να επιστρέφω, έστω και για λίγο. Γιατί το σπίτι μου πια είναι οι ενδιάμεσοι προορισμοί.

Γιάννης Τ.