Στα βήματα της πόλης ξεχνάμε, να δούμε την αρχιτεκτονική της. Ξεχνάμε γιατί έχουμε συνηθίσει να μην την βλέπουμε. Κοιτάζουμε μεν, αλλά δεν βλέπουμε. Η εικόνα της μέσα από το θολό βλέμμα της αυτοκίνησης στέκεται στα συνηθισμένα χαρακτηριστικά της ελληνικής μεταβιομηχανικής συγκέντρωσης πληθυσμού. Τοπίο αστικό και κενό αυτό που κάποτε θεωρούσαμε άσχημο με την πάροδο του χρόνο και την ιστορικότητα μετατρέπεται σε νοσταλγικό αμάλγαμα του αδρανούς χρόνου.
Είναι ανάγκη η μείωση της ταχύτητας. Η πόλη εγκαταλείπεται και μεταφέρεται στα περίχωρα. Τα κτίρια της διαβρώνονται και ξεχνιούνται.
Οι διαδρομές περιορίζονται στις υπηρεσίες και τα καταστήματα της. Δεν βλέπουμε καν τα κτίρια που επισκεπτόμαστε.
Δεν ζούμε στα κτίρια της, απλά τα προσπερνάμε ακόμα και όταν είμαστε εντός τους. Το αστικό τοπίο έχει μετατραπεί σε εφαρμογή χρόνου εργασίας και γραφειοκρατικής καφκικής σχιζοφρένειας. Οι πεζοδρομήσεις συγκρατούν την ορμή των αυτοκινήτων και δίνουν μια ακόμη ευκαιρία στην πόλη να αναπνεύσει. Η αρχιτεκτονική της πόλης οφείλει να φέρνει το μελλίσι της ζωής σε επαφή με τον κόσμο και τα κτίρια της. Όχι να τα απομακρύνει. Το τσιμέντο παρόλο που ταιριάζει στην απομόνωση, λόγω της γύμνιας του προσελκύει την αλήθεια. Οι πολίτες κινούνται βιαστικά νευρικά και επιθετικά. Η πόλη είναι γυμνή. Η αρχιτεκτονική της πόλης όμως είναι οι πολίτες της.
Κατερίνα Β.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου